Tuesday, April 26, 2016

Οι 7 περιστασεις της αμαρτίας


εἶναι, ποὶος εἶναι ὁ πράξας,  

τί ἁμαρτίαν ἔπραξε,  
διατὶ τὴν ἔπραξε,  
μὲ ποιὸν τρόπον τὴν ἔπραξε,  
εἰς ποιὸν καιρὸν τὴν ἔπραξε,  
εἰς ποιὸν τόπον τὴν ἔπραξε,  
πόσες φορὲς τὴν ἔπραξε.

Εἰς τὸ ποὶος ἐξεταζόμενον τὸ ἁμάρτημα, γίνεται μεγαλύτερον ἢ μικρότερον λόγου χάριν, μεγαλήτερον εἶναι τὸ σφάλμα τοῦ Ἀρχιερέως, τοῦ Βασιλέως, τοῦ Ἄρχοντος, διὰ τὸ κακὸ παράδειγμα ὅπου δίδουν εἰς τὸν λαόν, παρὰ τὸ αὐτὸ σφάλμα ἑνὸς ὑπηκόου. Ὁμοίως ἕνας Καλόγερος, καὶ φιλόσοφος, καὶ γέρων περισσότερον ἁμαρτάνει ἂν καλλωπίζεται, παρὰ ἕνας κοσμικός, ἕνας ἀπαίδευτος, ἕνας νέος καλλωπι-ζόμενος. Εἰς τὸ ποίος, ἀναφέρεται καὶ ἡ κατάστασις τοῦ προσώπου, μὲ τὸ ὁποῖον ἤμαρτεν ὁ ἐξομολο-γούμενος ἂν αὐτὸ δηλαδὴ εἶναι ἱερωμένον, ἢ λαϊκόν, καὶ τὰ ὅμοια ὄχι δὲ καὶ νὰ φανερώνει καὶ τὸ κύριόν του ὄνομα.

Εἰς τό, τί, ἐξεταζόμενον τὸ ἁμάρτημα γίνεται μεγαλήτερον, ἢ μικρότερον καθότι τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα εἶναι μεγαλήτερα ἀπὸ τὰ συγγνωστά. Καὶ πάλιν ἀπὸ τὰ θανάσιμα ὁ φόνος εἶναι μεγαλήτερον ἀπὸ τὴν εἰς τὰ κεφαλαιώδη κλεψιάν, καὶ ἀπὸ ὅλα, ἡ ἄρνησις καὶ ἡ ἀσέβεια. Εἰς ταύτην τὴν περίστασίν του, τί, ἀναφέρονται καὶ ἐξετάξονται καὶ τὰ ἁμαρτήματα τῆς ἐλλείψεως, ὅσα δηλαδὴ καλὰ ἐδύνατο νὰ κάνει κανείς, ἢ νὰ πεῖ, ἢ νὰ νοήσει, καὶ δὲν τὰ ἔκανε, ἢ δὲν τὰ εἶπε, ἢ δὲν τὰ ἐνόησε καὶ ὅσα κακὰ ἐδύνατο νὰ ἐμποδίσει λόγω ἢ ἔργω καὶ δὲν τὰ ἐμπόδισεν. Εἰς ταύτην τὴν περίστασιν ἐξετάζεται τὸ γένος τῆς ἁμαρτίας, ἤτοι ἂν εἶναι ἔργον, ἢ λόγος, ἢ νόημα καὶ λογισμὸς ὁμοίως καὶ τὸ εἶδος της δηλαδὴ ποῖον ἔργον μοιχεία, ἢ πορνεῖα, ἢ φόνος καὶ ποὶος λόγος ἀργολογία, ἢ ἐπιορκία, ἢ ψευδομαρτυρία, ἢ βλασφημία καὶ ποὶος λογισμὸς . ὑπερηφάνεια, ἢ αἵρεσις, ἢ βλασφημία κατὰ νοῦν καὶ ἢ προσβολή, ἢ συνδιασμός, ἢ συγκατάθεσις, καὶ τὰ ἄλλα.

Εἰς τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ἤμαρτεν ὁ ἄνθρωπος, ἐξεταζόμενο τὸ ἁμάρτημα, αὐξάνει ἡ ὀλιγοστεύει τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Δηλαδὴ ἂν κάποιος ἐφόνευσε τὸν τύραννον διὰ νὰ ἐλευθερώσει τὴν πόλη ἀπὸ τὴν τυραννίαν του ἢ ἔκλεψε διὰ νὰ ἐλεήσει πτωχοὺς ἢ ἐκτύπησε τὸν βιαστὴν διὰ νὰ ἐλευθερώσει τὴν κόρη, ὅπου ἐβίαζεν, λιγότερον βάρος ἔχει ἀπὸ ἐκεῖνον, ὅπου φονεύσει, ἢ κλέψει ἢ κτυπήσει διὰ τὰ κακὰ τέλη του. Καὶ ἁπλῶς κάθε ἁμαρτία ἀπὸ τὸ τέλος καὶ τὸν σκοπὸν τῆς κρίνεται.

Ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖον γίνεται ἡ ἁμαρτία, αὐξάνει ἢ ὀλιγοστεύει τὸ βάρος της δήλ. ἐκεῖνος ὅπου ἁμαρτήσει ἐν γνώσει, ἢ μὲ μελέτην, ἢ μὲ δόλον, ἢ μὲ κακὴν προαίρεσιν, βαρύτερα ἁμαρτάνει ἀπὸ τὸν ἁμαρτήσαντα τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα ἐν ἀγνοῖᾳ, ἀκουσίως, κατὰ συναρπαγὴν καὶ περίστασιν, ἀπὸ κουφότητα καὶ ἀκακίαν. Εἰς τὸν τρόπον ἀναφέ-ρεται καὶ κάθε ὄργανον, μὲ τὸ ὁποῖον ἁμαρτάνει κάποιος δήλ. τὸ ξύλον, ἢ τὸ μαχαῖρι, μὲ τὸ ὁποῖον ἐφόνευσεν, ἢ οἱ ἄνθρωποι, μὲ τὸ μέσον καὶ τὴν βοήθεια τῶν ὁποίων ἔπραξε τὴν ἁμαρτίαν.

Ὁ καιρός, καθ’ ὂν ἤμαρτε κάποιος, ὄλιγοστευει, ἢ αὐξάνει τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας δήλ. ἂν κάποιος ἐν καιρῷ ἀνάγκης καὶ πείνας κλέψει ψωμί, ἢ σῖτον, λιγώτερο ἁμαρτάνει ἀπὸ τὸν χωρὶς τῆς τοιαύτης ἀνάγκης κλέψαντα. Καὶ ὅσοι μετὰ τὴν χάρη τοῦ Εὐαγγελίου ἁμαρτάνουν βαρύτερον κρῖμα ἔχουν ἀπὸ τοὺς ἐν νόμῳ ἁμαρτήσαντας. Καὶ οἱ γυναῖκες, ὅπου λαμβάνουν τὰ θανατηφόρα βότανα μετὰ τὴν σύλληψιν τοῦ παιδιοῦ, βαρύτερα ἁμαρτάνουν ἀπὸ τᾶς λαμβάνουσας ταῦτα πρὸ τῆς συλλήψεως.

Καὶ εἰς τὰ ἄλλα ὁμοίως ἀκολουθεῖ.

Ὁ τόπος, εἰς τὸν ὁποῖον γίνεται τὸ ἁμάρτημα λιγοστεύει ἢ αὐξάνει τὸ βάρος του δήλ. ἐὰν φονεύσει κάποιος, ἢ κλέψει ἐν τὴ Ἐκκλησία, βαρύτερα ἁμαρτάνει τοῦ φονεύσαντος, ἢ κλεψαντος ἐν τῷ οἴκῳ, καθότι ὁ ἐν Ἐκκλησίᾳ ταῦτα ποιήσας, διπλὰ ἁμαρτάνει κάνωντας ἐνταυτῶ φόνον καὶ δείχνωντας πρὸς τὸν Θεὸν ἀσέβεια καὶ ἀπιστία καὶ κάνοντας ἐν ταυτῷ κλεψιὰν καὶ ἱεροσυλίαν.Καὶ ὁ ἁμαρτήσας ἐν ἐρήμῳ, βαρύτερα ἁμαρτάνει τοῦ ἐν κόσμῳ. Ὁ ἐν μοναστηρίῳ, τοῦ ἐν πόλει. Ὁ ἐν πολιτείᾳ ἔχων πολλὰ παραδείγματα ἀρετῆς, τοῦ ἐν χωρίω, καὶ ἐν μῇ τοιάυτη πολιτεία ἁμαρτήσαντος. Ὁ ἐν φανερῷ βαρύτερα ἁμαρτάνει τοῦ ἐν κρυπτῷ.

Τὸ πόσες φορὲς ἔγινε ἡ ἁμαρτία αὐξάνει ἢ ὀλιγοστεύει τὸ βάρος της διότι ἐκεῖνος, ὅπου μίαν, ἢ καὶ δυὸ φορὲς ἁμαρτήσει, λιγότερο ἐπιτίμιον ἔχει, ἀπὸ ἐκεῖνον, ὅπου ἔκανε τὴν αὐτὴν ἁμαρτίαν ὄχι μίαν ἢ δυὸ ἢ τρεῖς φορὲς ἀλλὰ πολλὲς φορὲς (βλέπε καὶ τὸν 8ον Κανόνα τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ Τόπ. Συνόδου). [Εξομολογητάριον Αγίου Νικοδήμου 31-34]